Λεξιλόγιο
Αντίγε – Ρήματα Άσκηση
-
EL
Ελληνικά
-
AR
Αραβικά
-
DE
Γερμανικά
-
EN
Αγγλικά (US]
-
EN
Αγγλικά (UK]
-
ES
Ισπανικά
-
FR
Γαλλικά
-
IT
Ιταλικά
-
JA
Ιαπωνικά
-
PT
Πορτογαλικά (PT]
-
PT
Πορτογαλικά (BR]
-
ZH
Κινεζικά (Απλοποιημένα]
-
AF
Αφρικάανς
-
AM
Αμχαρικά
-
BE
Λευκορωσικά
-
BG
Βουλγαρικά
-
BN
Βεγγαλική
-
BS
Βοσνιακά
-
CA
Καταλανικά
-
CS
Τσεχικά
-
DA
Δανικά
-
EL
Ελληνικά
-
EO
Εσπεράντο
-
ET
Εσθονικά
-
FA
Περσικά
-
FI
Φινλανδικά
-
HE
Εβραϊκά
-
HI
Χίντι
-
HR
Κροατικά
-
HU
Ουγγρικά
-
HY
Αρμενικα
-
ID
Ινδονησιακά
-
KA
Γεωργιανά
-
KK
Καζακστανικά
-
KN
Κανάντα
-
KO
Κορεατικά
-
KU
Κουρδικά (Κουρμαντζί]
-
KY
Κιργιζιανά
-
LT
Λιθουανικά
-
LV
Λετονικά
-
MK
Σλαβομακεδονικά
-
MR
Μαραθικά
-
NL
Ολλανδικά
-
NN
Νορβηγικό nynorsk
-
NO
Νορβηγικά
-
PA
Παντζάμπι
-
PL
Πολωνικά
-
RO
Ρουμανικά
-
RU
Ρωσικά
-
SK
Σλοβακικά
-
SL
Σλοβενικά
-
SQ
Αλβανικά
-
SR
Σερβικά
-
SV
Σουηδικά
-
TA
Ταμίλ
-
TE
Τελούγκου
-
TH
Ταϊλανδεζικά
-
TI
Τιγρινιακά
-
TL
Φιλιππινέζικα
-
TR
Τουρκικά
-
UK
Ουκρανικά
-
UR
Ουρντού
-
VI
Βιετναμεζικά
-
-
AD
Αντίγε
-
AR
Αραβικά
-
DE
Γερμανικά
-
EN
Αγγλικά (US]
-
EN
Αγγλικά (UK]
-
ES
Ισπανικά
-
FR
Γαλλικά
-
IT
Ιταλικά
-
JA
Ιαπωνικά
-
PT
Πορτογαλικά (PT]
-
PT
Πορτογαλικά (BR]
-
ZH
Κινεζικά (Απλοποιημένα]
-
AD
Αντίγε
-
AF
Αφρικάανς
-
AM
Αμχαρικά
-
BE
Λευκορωσικά
-
BG
Βουλγαρικά
-
BN
Βεγγαλική
-
BS
Βοσνιακά
-
CA
Καταλανικά
-
CS
Τσεχικά
-
DA
Δανικά
-
EO
Εσπεράντο
-
ET
Εσθονικά
-
FA
Περσικά
-
FI
Φινλανδικά
-
HE
Εβραϊκά
-
HI
Χίντι
-
HR
Κροατικά
-
HU
Ουγγρικά
-
HY
Αρμενικα
-
ID
Ινδονησιακά
-
KA
Γεωργιανά
-
KK
Καζακστανικά
-
KN
Κανάντα
-
KO
Κορεατικά
-
KU
Κουρδικά (Κουρμαντζί]
-
KY
Κιργιζιανά
-
LT
Λιθουανικά
-
LV
Λετονικά
-
MK
Σλαβομακεδονικά
-
MR
Μαραθικά
-
NL
Ολλανδικά
-
NN
Νορβηγικό nynorsk
-
NO
Νορβηγικά
-
PA
Παντζάμπι
-
PL
Πολωνικά
-
RO
Ρουμανικά
-
RU
Ρωσικά
-
SK
Σλοβακικά
-
SL
Σλοβενικά
-
SQ
Αλβανικά
-
SR
Σερβικά
-
SV
Σουηδικά
-
TA
Ταμίλ
-
TE
Τελούγκου
-
TH
Ταϊλανδεζικά
-
TI
Τιγρινιακά
-
TL
Φιλιππινέζικα
-
TR
Τουρκικά
-
UK
Ουκρανικά
-
UR
Ουρντού
-
VI
Βιετναμεζικά
-
случаться
Что-то плохое случилось.
sluchat‘sya
Chto-to plokhoye sluchilos‘.
συμβαίνω
Κάτι κακό έχει συμβεί.
требовать
Он требует компенсации.
trebovat‘
On trebuyet kompensatsii.
απαιτώ
Απαιτεί αποζημίωση.
съезжаться
Двое планируют скоро съезжаться.
s“yezzhat‘sya
Dvoye planiruyut skoro s“yezzhat‘sya.
μετακομίζω
Οι δυο τους σχεδιάζουν να μετακομίσουν μαζί σύντομα.
уменьшать
Мне определенно нужно уменьшить свои затраты на отопление.
umen‘shat‘
Mne opredelenno nuzhno umen‘shit‘ svoi zatraty na otopleniye.
μειώνω
Σίγουρα χρειάζεται να μειώσω τα έξοδα θέρμανσης μου.
уступать
Многие старые дома должны уступить место новым.
ustupat‘
Mnogiye staryye doma dolzhny ustupit‘ mesto novym.
υποχωρώ
Πολλά παλιά σπίτια πρέπει να υποχωρήσουν για τα καινούργια.
выходить
Девушкам нравится выходить вместе.
vykhodit‘
Devushkam nravitsya vykhodit‘ vmeste.
βγαίνω έξω
Στα κορίτσια αρέσει να βγαίνουν έξω μαζί.
удивлять
Она удивила своих родителей подарком.
udivlyat‘
Ona udivila svoikh roditeley podarkom.
εκπλήσσω
Εκπλήσσει τους γονείς της με ένα δώρο.
встречать
Иногда они встречаются на лестнице.
vstrechat‘
Inogda oni vstrechayutsya na lestnitse.
συναντώ
Μερικές φορές συναντιούνται στη σκάλα.
красить
Автомобиль красят в синий цвет.
krasit‘
Avtomobil‘ krasyat v siniy tsvet.
βάφω
Το αυτοκίνητο βάφεται μπλε.
видеть
Вы видите лучше в очках.
videt‘
Vy vidite luchshe v ochkakh.
βλέπω
Μπορείς να βλέπεις καλύτερα με γυαλιά.
сортировать
Ему нравится сортировать свои марки.
sortirovat‘
Yemu nravitsya sortirovat‘ svoi marki.
ταξινομώ
Του αρέσει να ταξινομεί τα γραμματόσημά του.