Λεξιλόγιο
Βεγγαλική – Ρήματα Άσκηση
βαραίνω
Τη βαραίνει πολύ η δουλειά στο γραφείο.
γυρίζω
Πρέπει να γυρίσεις το αυτοκίνητο εδώ.
απαιτώ
Το εγγόνι μου με απαιτεί πολύ.
σώζω
Τα παιδιά μου έχουν σώσει τα δικά τους χρήματα.
καταστρέφω
Ο συνεφοστρόμβος καταστρέφει πολλά σπίτια.
αισθάνομαι
Η μητέρα αισθάνεται πολύ αγάπη για το παιδί της.
πλένω
Η μητέρα πλένει το παιδί της.
ενδυναμώνω
Η γυμναστική ενδυναμώνει τους μύες.
εκπλήσσω
Εκπλήσσει τους γονείς της με ένα δώρο.
σηκώνομαι
Ο φίλος μου με άφησε παγωτό σήμερα.
ταΐζω
Τα παιδιά ταΐζουν το άλογο.