χαλασμένος
το χαλασμένο παράθυρο αυτοκινήτου
chalasménos
to chalasméno paráthyro aftokinítou
壊れている
壊れた車の窓
χρεωκοπημένος
το χρεωκοπημένο άτομο
chreokopiménos
to chreokopiméno átomo
破産した
破産した人
διαθέσιμος
η διαθέσιμη αιολική ενέργεια
diathésimos
i diathésimi aiolikí enérgeia
利用可能
利用可能な風力
άσχημος
ο άσχημος μποξέρ
áschimos
o áschimos boxér
醜い
醜いボクサー