Λεξιλόγιο
Βεγγαλική – Ρήματα Άσκηση
φεύγω
Μου άφησε ένα κομμάτι πίτσας.
εξετάζω
Δείγματα αίματος εξετάζονται σε αυτό το εργαστήριο.
γίνομαι φίλοι
Οι δύο έχουν γίνει φίλοι.
απολύω
Ο αφεντικός τον απέλυσε.
περνάω
Το τρένο περνά από δίπλα μας.
χτυπώ
Ο ποδηλάτης χτυπήθηκε.
κόβω
Ο εργάτης κόβει το δέντρο.
δαπανώ χρήματα
Πρέπει να δαπανήσουμε πολλά χρήματα για επισκευές.
διευκολύνω
Οι διακοπές κάνουν τη ζωή πιο εύκολη.
επιτρέπω
Ο πατέρας δεν του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει τον υπολογιστή του.
εκτελώ
Εκτελεί την επισκευή.