Λεξιλόγιο
Βεγγαλική – Ρήματα Άσκηση
ανεβαίνω
Ανεβαίνει τα σκαλιά.
μετακομίζω
Ο γείτονας μετακομίζει.
πετυχαίνω
Δεν πέτυχε αυτή τη φορά.
ρυθμίζω
Σύντομα θα πρέπει να ρυθμίσουμε πάλι το ρολόι πίσω.
τρέχω μακριά
Κάποια παιδιά τρέχουν μακριά από το σπίτι.
ψάχνω
Αυτό που δεν ξέρεις, πρέπει να το ψάξεις.
σώζω
Οι γιατροί κατάφεραν να του σώσουν τη ζωή.
πλένω
Δεν μου αρέσει να πλένω τα πιάτα.
ακούω
Τα παιδιά αρέσει να ακούνε τις ιστορίες της.
φέρνω
Πάντα της φέρνει λουλούδια.
συμβαίνω
Συνέβη κάτι σε αυτόν στο εργατικό ατύχημα;