Λεξιλόγιο
Ταϊλανδεζικά – Ρήματα Άσκηση
σκοτώνω
Τα βακτήρια σκοτώθηκαν μετά το πείραμα.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.
χτίζω
Πότε χτίστηκε το Σινικό Τείχος;
ψηφίζω
Ψηφίζει κανείς υπέρ ή κατά ενός υποψηφίου.
γεννάω
Γέννησε ένα υγιές παιδί.
ανεβαίνω
Η ομάδα πεζοπορίας ανέβηκε στο βουνό.
χειρίζομαι
Πρέπει να χειριστείς τα προβλήματα.
σηκώνω
Η μητέρα σηκώνει το μωρό της.
τιμωρώ
Τιμώρησε την κόρη της.
πηγαίνω αργά
Το ρολόι πηγαίνει λίγα λεπτά αργά.
αφαιρώ
Ο τεχνίτης αφαίρεσε τα παλιά πλακάκια.