Λεξιλόγιο

Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

ลบ
ข่าวที่เป็นลบ
lb
k̄h̀āw thī̀ pĕn lb
αρνητικός
το αρνητικό νέο
ที่สาม
ตาที่สาม
thī̀ s̄ām
tā thī̀ s̄ām
τρίτος
το τρίτο μάτι
แปลกประหลาด
วิธีการรับประทานที่แปลกประหลาด
pælk prah̄lād
wiṭhī kār rạbprathān thī̀ pælk prah̄lād
περίεργος
μια περίεργη συνήθεια φαγητού
ฉลาด
หมาป่าที่ฉลาด
c̄hlād
h̄māp̀ā thī̀ c̄hlād
έξυπνος
ένας έξυπνος αλεπού
แบน
ยางรถที่แบน
bæn
yāng rt̄h thī̀ bæn
ξεφουσκωμένος
το ξεφουσκωμένο λάστιχο
จำเป็น
ไฟฉายที่จำเป็น
cảpĕn
fịc̄hāy thī̀ cảpĕn
απαραίτητος
η απαραίτητη φακός
เจนิยาส์
การแต่งกายที่เจนิยาส์
ce ni yās̄̒
kār tæ̀ng kāy thī̀ ce ni yās̄̒
ιδιοφυής
μια ιδιοφυής μεταμφίεση
รอบคอบ
การล้างรถอย่างรอบคอบ
rxbkhxb
kār l̂āng rt̄h xỳāng rxbkhxb
προσεκτικός
μια προσεκτική πλύση αυτοκινήτου
กว้าง
ชายหาดที่กว้าง
kŵāng
chāyh̄ād thī̀ kŵāng
ευρύς
μια ευρεία παραλία
เต็มไปด้วยหิมะ
ต้นไม้ที่เต็มไปด้วยหิมะ
tĕm pị d̂wy h̄ima
t̂nmị̂ thī̀ tĕm pị d̂wy h̄ima
χιονισμένος
χιονισμένα δέντρα
เงียบ
การแนะนำอย่างเงียบ
ngeīyb
kār næanả xỳāng ngeīyb
ήσυχος
ένα ήσυχο σημείωμα
รูปไข่
โต๊ะทรงไข่
rūp k̄hị̀
tóa thrng k̄hị̀
οβάλ
το οβάλ τραπέζι