Λεξιλόγιο

Μάθετε Ρήματα – Αγγλικά (UK)

understand
I finally understood the task!
καταλαβαίνω
Τελικά κατάλαβα το καθήκον!
wash
The mother washes her child.
πλένω
Η μητέρα πλένει το παιδί της.
let in
One should never let strangers in.
αφήνω μέσα
Δεν πρέπει ποτέ να αφήνεις ξένους μέσα.
destroy
The files will be completely destroyed.
καταστρέφω
Τα αρχεία θα καταστραφούν εντελώς.
love
She really loves her horse.
αγαπώ
Αγαπά πραγματικά το άλογό της.
criticize
The boss criticizes the employee.
κριτικάρω
Ο αφεντικός κριτικάρει τον υπάλληλο.
hire
The applicant was hired.
προσλαμβάνω
Ο υποψήφιος προσλήφθηκε.
lead
He enjoys leading a team.
ηγούμαι
Του αρέσει να ηγείται μιας ομάδας.
stand
She can’t stand the singing.
αντέχω
Δεν μπορεί να αντέξει το τραγούδι.
let in
It was snowing outside and we let them in.
αφήνω μέσα
Έχωνε χιόνι έξω και τους αφήσαμε μέσα.
sleep
The baby sleeps.
κοιμάμαι
Το μωρό κοιμάται.
test
The car is being tested in the workshop.
δοκιμάζω
Το αυτοκίνητο δοκιμάζεται στο εργαστήριο.