ustalać
Data jest ustalana.
ορίζω
Η ημερομηνία ορίζεται.
dzielić
Musimy nauczyć się dzielić naszym bogactwem.
μοιράζομαι
Πρέπει να μάθουμε να μοιραζόμαστε τον πλούτο μας.
pospać
Chcą w końcu pospać przez jedną noc.
κοιμάμαι
Θέλουν επιτέλους να κοιμηθούν για μία νύχτα.
odmawiać
Dziecko odmawia jedzenia.
αρνούμαι
Το παιδί αρνείται το φαγητό του.