Λεξιλόγιο

Μάθετε Επίθετα – Λιθουανικά

pašėlęs
pašėlusi moteris
τρελός
μια τρελή γυναίκα
tamsus
tamsi naktis
σκοτεινός
η σκοτεινή νύχτα
piktas
piktas kolega
κακός
ο κακός συνάδελφος
draugiškas
draugiškas pasiūlymas
φιλικός
μια φιλική προσφορά
kraujingas
kraujingos lūpos
αιματηρός
αιματηρά χείλη
užsienio
užsienio ryšys
ξένος
η ξένη αλληλεγγύη
angliškas
anglų kalbos pamoka
αγγλικός
το αγγλικό μάθημα
sveikas
sveika moteris
εν τάξει
μια γυναίκα εν τάξει
atliktas
atlikta sniego valymo darbas
ολοκληρωμένος
η ολοκληρωμένη απομάκρυνση του χιονιού
panaudojamas
panaudojami kiaušiniai
χρησιμοποιήσιμος
χρησιμοποιήσιμα αυγά
draugiškas
draugiškas apkabinimas
φιλικός
η φιλική αγκαλιά
likęs
likęs maistas
υπόλοιπος
το υπόλοιπο φαγητό