สร้างขึ้น
พวกเขาสร้างสิ่งต่าง ๆ ขึ้นมามาก
S̄r̂āng k̄hụ̂n
phwk k̄heā s̄r̂āng s̄ìng t̀āng «k̄hụ̂n mā māk
χτίζω
Έχουν χτίσει πολλά μαζί.
ซ่อม
เขาต้องการซ่อมสายไฟ
s̀xm
k̄heā t̂xngkār s̀xm s̄āy fị
επισκευάζω
Ήθελε να επισκευάσει το καλώδιο.
ทำ
พวกเขาต้องการทำบางสิ่งเพื่อสุขภาพของพวกเขา.
Thả
phwk k̄heā t̂xngkār thả bāng s̄ìng pheụ̄̀x s̄uk̄hp̣hāph k̄hxng phwk k̄heā.
κάνω για
Θέλουν να κάνουν κάτι για την υγεία τους.
ตี
เธอตีลูกบอลข้ามตาข่าย
tī
ṭhex tī lūkbxl k̄ĥām tāk̄h̀āy
χτυπώ
Χτυπά τη μπάλα πάνω από το δίχτυ.