Λεξιλόγιο

Μάθετε Ρήματα – Ταϊλανδεζικά

พิมพ์
สำนักพิมพ์นี้เป็นผู้ปล่อยนิตยสารเหล่านี้
phimph̒
s̄ảnạk phimph̒ nī̂ pĕn p̄hū̂ pl̀xy nitys̄ār h̄el̀ā nī̂
δημοσιεύω
Ο εκδότης κυκλοφορεί αυτά τα περιοδικά.
ดูเหมือน
คุณดูเหมือนอย่างไร?
dūh̄emụ̄xn
khuṇ dūh̄emụ̄xn xỳāngrị?
μοιάζω
Πώς μοιάζεις;
ทำให้ง่าย
การพักผ่อนทำให้ชีวิตง่ายขึ้น
Thảh̄ı̂ ng̀āy
kār phạkp̄h̀xn thảh̄ı̂ chīwit ng̀āy k̄hụ̂n
διευκολύνω
Οι διακοπές κάνουν τη ζωή πιο εύκολη.
อ่าน
ฉันไม่สามารถอ่านได้โดยไม่มีแว่น
x̀ān
c̄hạn mị̀ s̄āmārt̄h x̀ān dị̂ doy mị̀mī wæ̀n
διαβάζω
Δεν μπορώ να διαβάσω χωρίς γυαλιά.
ถูกขับ
จักรยานถูกขับโดยรถยนต์
t̄hūk k̄hạb
cạkryān t̄hūk k̄hạb doy rt̄hynt̒
πατώ πάνω
Ένας ποδηλάτης πατήθηκε από ένα αυτοκίνητο.
ดำเนินต่อไป
กลุ่มของแคราฟันดำเนินการต่อไป
dảnein t̀x pị
klùm k̄hxng khæ rā fạn dảnein kār t̀x pị
συνεχίζω
Η καραβάνα συνεχίζει το ταξίδι της.
เยี่ยมชม
เพื่อนเก่าเยี่ยมชมเธอ
yeī̀ym chm
pheụ̄̀xn kèā yeī̀ym chm ṭhex
επισκέπτομαι
Μια παλιά φίλη την επισκέπτεται.
สนุก
เราสนุกกับงานสวนรมณีมาก!
s̄nuk
reā s̄nuk kạb ngān s̄wn rmṇī māk!
διασκεδάζω
Διασκεδάσαμε πολύ στο λούνα παρκ!
แสดง
ศิลปะร่วมสมัยถูกแสดงที่นี่
s̄ædng
ṣ̄ilpa r̀wm s̄mạy t̄hūk s̄ædng thī̀ nī̀
εκθέτω
Σύγχρονη τέχνη εκτίθεται εδώ.
แต่งงาน
คู่รักเพิ่งแต่งงาน.
Tæ̀ngngān
khū̀rạk pheìng tæ̀ngngān.
παντρεύομαι
Το ζευγάρι μόλις παντρεύτηκε.
เรียงลำดับ
เขาชอบเรียงลำดับตราไปรษณียากร
reīyng lảdạb
k̄heā chxb reīyng lảdạb trāpịrs̄ʹṇīyākr
ταξινομώ
Του αρέσει να ταξινομεί τα γραμματόσημά του.
ตัด
ช่างผมตัดผมเธอ
tạd
ch̀āng p̄hm tạdp̄hm ṭhex
κόβω
Η κομμώτρια της κόβει τα μαλλιά.